Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Το Γενέθλιο του Τιμίου Προδόμου στην Ενορία μας.

Με κάθε Εκκλησιαστική λαμπρότητα εορτάστηκε στην Ενορία μας 23 και 24 Ιουνίου τ.ε. το Γενέθλιο του Τιμίου Προδρόμου, στο παλαιό, γραφικό και ιστορικό Εκκλησάκι(ιδιωτικό οικ. Τσερώνη) του  Αγίου Ιωάννου Πράτσικα, που βρίσκεται εντός των ορίων της Ενορίας μας.
Παραμονή της εορτής 23/6 τελέστηκε ο Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός μετ Αρτοκλασίας, εις τον οποίο προέστει και ομίλησε ο Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως μας Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Προκόπιος Κόρδας.
Ανήμερα της εορτής 24/6 τελέστηκε η Θεία Λειτουργία μετ' Αρτοκλασίας και θείου κηρύγματος εν πληθούση Εκκλησία. 
Το απόγευμα τελέστηκε ο μεθεόρτιος Εσπερινός και εψάλλει Παράκλησις εις τον Τίμιο Πρόδρομο και εν συνεχεία λιτάνευσις της Ιεράς εικόνος του, πέριξ του Ιερού Ναού. Προέστει και ομίλησε ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Αρτέμιος Αργυρόπουλος, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίων Πάντων Ωλενού Τριταίας. Μεγάλη ήταν η συμμετοχή των πιστών.
Σημείωση: Το Εκκλησάκι αυτό ανοίγεται και Λειτουργείται δύο φορές το χρόνο 24 Ιουνίου και 29 Αυγούστου

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΜΙΔHΝ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ

(29/6/2014)
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου
«Καί τήν ράβδον... λαβέ ἐν τῇ χειρί σου καί πορεύσῃ... καί πατάξεις τήν πέτραν, καί ἐξελεύσεται ἐξ αὐτῆς ὕδωρ, καί πίεται ὁ λαός» (Ἐξοδ. 17, 5-6). 
Δοξολογίαν ἀναπέμπομε σήμερον πρός τόν Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ἐχάρισε στόν Ὀρθόδοξο Λαό του, ἄνδρα πλήρη πνεύματος καί χάριτος οὐρανίου, ὅστις ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἔλαμψεν ὡς ἀστήρ καί λύχνος ἐπί τήν λυχνίαν τῆς τοῦ Κυρίου φωτοφόρου Καθέδρας, τῆς μιᾶς δηλαδή, ἁγίας, καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς του Ἐκκλησίας.
Γονυπετεῖς προσκυνοῦμε τόν Τάφο, τήν Ἁγία Κάρα καί τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τῶν Πατρέων Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ἐκάλεσε ἐνταῦθα ἐξ ἄλλης Βησθαΐδά, τῆς ἁγιοτόκου δηλονότι γῆς τῆς Ἀρκαδίας, τόν μιμητή τῶν Ἀποστόλων, Γερβάσιον τόν ἀοίδιμο τοῦ Κυρίου θεράποντα.
Χρέος ἱερό καί καθῆκον ἅγιο ἐκπληροῦμε σήμερον πρός τόν στοργικό πατέρα καί διδασκάλο, τόν ἐπί δεκαετίας πνευματικῶς γεωργήσαντα καί ἱεραποστολικῶς κλεΐσαντα καί πνευματικῶς τόν Ἱερόν Ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου ἐν Πάτραις, ὑπέρ τοῦ ὁποίου πολλά ἐμόγησεν.
Τιμή ἀποδίδομε πρός τόν ἁπλοῦν καί σεμνό, τόν μαθητή τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, τόν λιτό καί ἀσκητικό, τόν γλυκύ καί αὐστηρό, τόν ἀκριβῆ τηρητήν τῶν Ἀποστολικῶν καί Ἑλληνορθόδοξων παραδόσεων, τόν ἐμπνευσμένο, τόν πρωτοποριακό καί ρηξικέλευθο ἀναγεννητή τῆς αὐστηρᾶς καί ἁγίας λειτουργικῆς μας παραδόσεως, τόν γενναῖο καί ταλαντοῦχο πνευματικό, ὁ ὁποῖος συνεκίνει μέ τήν ἁπλουστάτη παρουσία του καί ἐνέπνεε μέ τήν πυρφόρο μορφή του.
Εὐγνωμοσύνη προσφέρομε πρός τόν ποικίλοις χαρίσμασι κεκοσμημένον, τόν ὡς ἥλιον λάμψαντα καί τήν γῆν τῶν Πατρῶν οὐρανώσαντα, τόν τάς ψυχάς πυρί τοῦ πνεύματος φλογίσαντα καί τάς καρδίας τῇ δρόσῳ τῇ οὐρανίῳ δροσίσαντα, τόν ἀνάργυρο, τόν ἀκτήμονα πλήν ὅμως μέγα ἐλεήμονα, τόν ἐπίγειον ἄγγελο καί θερμουργό λειτουργό τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, τόν μύστη τοῦ Λόγου, τόν φλογερό καί ἀσυμβίβαστο ἱεροκήρυκα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου σύνθημα ἀγωνιστικό ἦτο τό λόγιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, «τόν γάρ ἄρχοντα παντός λαμπτῆρος λαμπρότερον εἶναι δεῖ καί βίον ἔχειν ἀκηλίδωτον, ὥστε πάντας πρός ἐκεῖνον ὁρᾷν καί πρός τόν αὐτοῦ βίον τόν οἰκεῖον χαρακτηρίζειν» (Ὁμιλία εἰς τήν Πρός Τιμόθ. PG 62. 547)
Εὐχαριστίαν ἐκ βάθους καρδίας ἐκφράζομε πρός τόν ζηλωτή πρεσβύτερο, τόν ἱδρυτή τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων ἐν Ἑλλάδι, τόν παπά τῆς φτωχολογιᾶς, τόν προστάτη τῶν προσφύγων, τόν ἐν καιροῖς δυσχειμέροις πρωτοσύγκελλο καί πρωτέκδικο τοῦ μεγάλου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσάνθου, τόν κατ’ ἴχνος τόν Χριστό ἀκολουθήσαντα, τόν γενναῖον τῇ ψυχῇ, τόν ἰσχυρόν τῷ φρονήματι, τόν τῇ πίστει ἀκλόνητον, τόν ἀνεπανάληπτο ἱερουργό τῶν τοῦ Θεοῦ ἱερῶν Μυστηρίων, τόν ἱδρυτή τῆς Ἀναπλαστικῆς Σχολῆς Πατρῶν, τῆς Σχολῆς Βιοτεχνίας καί Χειροτεχνίας, τῆς Σχολῆς Ἀναλφαβήτων ἐν Πάτραις, νηπιαγωγείου, παιδικῶν κατασκηνώσεων κλπ. (πρωτοποριακές κινήσεις γιά τήν ἐποχή του), μέγαν εὐεργέτη τῆς πόλεως καί τῆς κοινωνίας τῶν Πατρῶν.
Πάντες εὐλαβῶς ὑποκλινόμεθα ἐνώπιον τοῦ γνησίου Ἕλληνος Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ, «εἰς τήν καρδίαν τοῦ ὁποίου ἤσκει μεγίστην γοητείαν ἡ Ἑλληνική Πατρίς, ὥστε νά προσληφθῇ κατόπιν αἰτήσεώς του κατά τήν θρυλικήν ἐξόρμησιν τοῦ 1912-13, ὡς ἐθελοντής στρατιωτικός Ἱερεύς εἰς τήν στρατιάν τῶν Εὐζώνων. Καί ἠγωνίσθη πορευόμενος μετά τῶν ἀετοπόδων αὐτῶν τέκνων τῆς Ἑλλάδος, ἀνερχόμενος εἰς δυσπροσίτους ὀροσειράς καί εἰς πολυνέκρους συγκρούσεις, τρέχων πολλάκις εἰς τήν πρώτην γραμμήν τοῦ πυρός, διά νά προσφέρῃ τάς ὑπηρεσίας του —Θείαν Μετάληψιν, ἱεράν ἐξομολόγησιν— εἴς τινα ἑτοιμοθάνατον εὔζωνον» (Μητροπολίτης πρώην Ὕδρας Ἱερόθεος Τσαντίλης). 
Γόνυ ψυχῆς καί σώματος κλίνωμεν ἐνώπιον τοῦ πεπυρωμένου θείῳ ἔρωτι ἡγιασμένου Γέροντος, διά τόν ὁποῖον ἰσχύουν κατά πάντα οἱ λόγοι τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ συγγραφέως τῆς Κλίμακος, ὁ ὁποῖος θέλει τόν Ἱερέα:
α) Πατέρα,
β) Διδάσκαλον,
γ) Ἰατρόν, καί
δ) Κυβερνήτην.
Ὂντως ὁ π. Γερβάσιος ἀνεδείχθη Πατήρ, ὁ ὁποῖος ἠγάπησεν ὑπερβαλλόντως τά τέκνα του καί ἠγωνίσθη προκειμένου νά τά προστατεύσῃ ἐκ τῶν προβατοσχήμων λύκων, τῶν αἱρετικῶν δηλαδή καί τῆς μανίας τοῦ πολεμήτορος ἐχθροῦ.
Ὡς πατήρ ἐχρησιμοποίησε ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς του ἐν ἀγάπῃ, αὐστηρότητι παιδαγωγικῇ καί δικαιοσύνῃ. «Ὁ Ἱερεύς βιώνει ἕνα μαρτύριο, καθ’ ὅτι διά τῆς λειτουργικῆς προσευχῆς ὑπέρ ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, βυθίζεται στόν ὠκεανό τόν ἀνθρωπίνων παθημάτων» (Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί, σελ. 253).
Ἐπόνεσε ὁ π. Γερβάσιος καί ἔκλαυσε μέ τόν πόνο τῶν ἀνθρώπων, τούς ἐστήριξε στήν ἀδυναμία καί στήν ταλαιπωρία τους, στήν ἀνεργία, στήν ἀνέχεια, ἀλλά καί χάρηκε ὁλόψυχα στήν χαρά τους. Ἄκουσε ἐπί ὧρες τίς ἀγωνίες τῶν νέων, ξενύχτησε προσευχόμενος γι’ αὐτούς. Γι’ αὐτό καί σήμερα τά ἄκγονα αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ τοῦ προσφέρουν τά ἀντίδωρα τῆς υἱϊκῆς τους ἀγάπης.
Τί νά εἴπωμε περί τῆς ἰδιότητός του ὡς διδασκάλου τῶν ὑπό Θεοῦ ἀποκεκαλυμμένων ἀληθειῶν; Ὁ τρόπος του γλυκύς, πειστικός καί ὁ λόγος του τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν, συγκλονιστικός, ἀποφασιστικός, ἐπαναστατικός, μετάδοση φωτός καί πυρός, ἀφοῦ ἐγνώριζε πολύ καλά ὅτι ἡ πλέον οὐσιώδης ἀνάγκη τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Ἀσπαζόμεθα σήμερον τά Λείψανα τοῦ σοφωτάτου πνευματικού ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἐχρησιμοποίησε τά ἀπαραίτητα πνευματικά ἐπιθήματα κατά περίπτωση, ὥστε καί τόν πόνο νά ἁπαλύνῃ καί τό τραῦμα νά ἐπουλώνῃ καί τήν θεραπεία νά ἐπιφέρῃ.
Καταφιλοῦμε τά ἅγια χέρια, τοῦ στιβαροῦ οἰακοστρόφου τῆς Ἱερᾶς Νηός, τήν ὁποία ὡδήγησε εἰς εὐδίους λιμένας.
Κλῆρος καί Λαός, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ, ἐπαναλαμβάνομε ὅ,τι ἠκούσθη μυριόστομο ἐν Πάτραις, κατά τήν ὥρα τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας του, πρό πεντήκοντα ἐτῶν, ἐν τῷ Ἱερῷ καί πανσέπτῳ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου Ναῷ: «Ἅγιος! Ἅγιος! Ἅγιος!». Ὡς ἅγιος τιμᾶται στή συνείδηση Κλήρου καί Λαοῦ.
Ἀλήθεια ἀδελφοί μου, αὐτά δέν εἶναι τά στοιχεῖα που συνθέτουν τήν ζωή ἑνός ἁγίου; Ἡ ζέουσα πίστη δηλαδή, ἡ θυσιαστική ἀγάπη, ἡ προσευχή, ἡ βιωματική ἐμπειρία, τό ἐνάρετον, συνελόντ’ εἰπεῖν, κατά πάντα τοῦ ἤθους του καί τῆς πολιτείας του; Ἀκόμη, ἡ μαρτυρία τοῦ Λαοῦ, ἀλλά καί ἡ θεοσημία, ἀφοῦ Κύριος ὁ Θεός ηὐδόκησε νά φανῇ ὁ τύπος τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐντός κορμοῦ δένδρου (ὁ πρῶτος καί μοναδικός ἀχειροποίητος Σταυρός πού πανορθοδόξως προσκυνεῖται), τό ὁποῖο ἐφύτευσε ὁ μακαριστός Γέροντας στόν χῶρο τῆς παιδικῆς ἐξοχῆς τοῦ Προφήτου Ἠλιού Πατρῶν;
Περί τῆς ἁγιότητος τοῦ μεγάλου πνευματικοῦ διδασκάλου καί ὁδηγοῦ τοῦ Λαοῦ τῆς Ἀποστολικῆς πόλεως τῶν Πατρῶν μαρτυρεῖ καί ἡ δοκιμασία, πού προσετέθη ἐκ τῆς συκοφαντίας τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι πλανηθέντες ὑπό τοῦ διαβόλου ὡδήγησαν τόν ἀοίδιμον π. Γερβάσιον εἰς ὀδύνην τήν ὁποίαν ἐν εὐχαριστίᾳ πρός τόν Θεόν καί ἐν γαλήνῃ ψυχῆς διεξῆλθε. Ἀλλά πάντα ταῦτα, διά νά λάμψῃ περισσότερον ἡ ἀλήθεια καί νά φωτισθῇ ἔτι πλέον ἡ προσωπικότης καί τό ἔργον τοῦ ἀοιδίμου ἱεραποστολικοῦ ἀνδρός, καί νά δειχθῇ ἡ μεγάλη ἀγάπη καί τιμή τοῦ Λαοῦ πρός αὐτόν. Ἐξ ἄλλου «ὁ γευθείς πνεύματος Χριστοῦ δέν δύναται νά ἀποφύγῃ τήν συνάντησιν μετά τοῦ ὠκεανοῦ τῶν θλίψεων καί τῶν δυστυχιῶν. Οὗτος συμμετέχει εἰς τήν προσευχήν τοῦ Κυρίου, ὅστις ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς τό 
‘ὑπόδειγμα’ (Ἰω. ιγ’ 15)» (Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί, σελ. 367).
Ὁ π. Γερβάσιος ὑπῆρξε διωκόμενος ἐκ τῆς νηπιακῆς αὐτοῦ ἡλικίας, πρῶτον ὑπό τῆς δυστρόπου μητρυιᾶς του. Διώκεται ἀκόμη ἀπό τήν πτωχεία, τήν στέρηση, τήν γυμνότητα. Διατρέχει πεζοπορῶν τήν ἀπόσταση ἀπό τήν Γορτυνία ἕως τήν Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας, ὅπου στό ἐκεῖ Σχολαρχεῖο διαπρέπει ὡς μαθητής, καί διά τοῦτο φθονεῖται, συκοφαντεῖται δεινῶς καί διώκεται. Δεδιωγμένος φθάνει στήν Μονή Γηροκομείου Πατρῶν, προστατευόμενος ὑπό τοῦ συντοπίτου του λαμπροῦ Ἱεράρχου Ἱεροθέου (τοῦ Μητροπούλου). Ἀλλά καί αὐτός φεύγει γιά τόν οὐρανό ἐνωρίς πρός μεγίστην ὀδύνη τοῦ νεαροῦ τότε Γεωργίου (Ἔτσι ἦτο τό κατά κόσμον ὄνομά του). Ὅταν ἀργότερα, Ἱερομόναχος πλέον, ὁ π. Γερβάσιος τοποθετεῖται Ἡγούμενος τῆς ἰδίας Μονῆς, ἐπιχειρεῖται ὑπό τῶν «παλαιοκαλογήρων» δολοφονική ἀπόπειρα ἐναντίον του καί ἀναγκάζεται νά κατέλθῃ καί αὐτοῦ τοῦ θρόνου, γιά νά φθάσῃ στά Προσφυγικά τῶν Πατρῶν, στόν τόπο τῶν διωγμένων μαρτυρικῶν ἀδελφῶν μας ἀπό τά Μικρασιατικά παράλια, ὥστε νά γίνῃ γι’ αὐτούς, ἀλλά καί γιά ὅλους τούς Πατρινούς, ὁ λατρεμένος «Παπούλης».
Δέν εἶναι τῆς παρούσης νά ἀναφέρωμε ἄλλα στοιχεῖα, τά ὁποῖα συνθέτουν τήν ὁλοφώτεινη προσωπικότητα τοῦ π. Γερβασίου καί τά ὁποῖα ἐν καιρῷ τῷ δέοντι θά ἴδουν τῆς δημοσιότητος τό φῶς.
Θα περιορισθῶ μόνον σέ δύο περιστατικά, τά οποῖα μαρτυροῦν περί τῆς ἁγιότητος τοῦ ἀοιδίμου πατρός.
1. Ἦτο μεσημέρι καί ὁ Γέροντας εὐλόγησε τήν τράπεζα στήν κατασκήνωση.Τήν ὥρα τοῦ γεύματος, ὁ Παπούλης πετάχθηκε ἀναστατωμένος καί ἀναφώνησε: «Μιά ψυχή χάνεται!». Χωρίς νά πῇ σέ κανένα τίποτε ἄλλο, ἔφυγε βιαστικά, ἔτσι ὅπως ἦτο μέ τό ἀντερί καί τόν σκοῦφο του, καί μετέβη μέ τά πόδια σέ κάποιο σπίτι στήν περιοχή τῶν Μποζαϊτίκων, ὅπου διέμενε ἀνάπηρη κοπέλα.Ὅταν εἰσῆλθε, βρέθηκε μπροστά σέ σκηνή συγκλονιστική. Ἡ ἀσθενής ἐπιχειροῦσε νά κόψῃ τίς φλέβες τῶν χεριῶν της, προκειμένου νά θέσῃ τέρμα στή ζωή της. Τῆς λέγει ὁ π. Γερβάσιος: «Τί σοῦ ἔκανα παιδάκι μου καί μέ ἔφερες, γέρο ἄνθρωπο, μέσα στό μεσημέρι ἐδῶ κάτω; Ἔχεις τό φωτοστέφανο στό κεφάλι σου καί πᾶς νά τά χάσῃς ὅλα;»Τότε κατενόησε ἡ ἀσθενής τό λάθος της καί μέ δάκρυα στά μάτια ζήτησε συγγνώμη ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τόν Γέροντα. Ἐπέστρεψε χαρούμενος στήν κατασκήνωση καί εἶπε: «Δόξα τῷ Θεῷ! Μιά ψυχή σώθηκε!».
2. Ἦταν παραμονή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’70. Στήν κατασκήνωση τῶν κοριτσιῶν στά Συχαινά ἀρχηγός ἦταν ἡ ἀείμνηστη Αἰκατερίνη Ἀνδρικοπούλου. Παρά τίς προσπάθειες τῶν ὑπευθύνων, δέν βρισκόταν Ἱερέας νά λειτουργήσῃ γιά τά παιδιά τήν ἑπόμενη ἡμέρα, πού ἦταν μεγάλη ἑορτή. Οὔτε γιά πρόσφορο ἐφρόντισαν. Ἐξάλλου, τί νά τό ἔκαναν; Στενοχωρημένες ἔπεσαν γιά ὕπνο, ἀφοῦ προσκύνησαν γεμάτες παράπονο τόν τάφο τοῦ Γέροντα. Τό πρωί τούς ξύπνησε ὁ κτύπος τῆς καμπάνας τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Πετάχτηκαν ξαφνιασμένες. Ποιός χτυπᾶ τήν καμπάνα; Ἔσπευσαν στήν Ἐκκλησία, ὅπου ἔκπληκτες βλέπουν τόν ἐνάρετο ἀείμνηστο Ἱερέα, π. Νικόλαο Κογιώνη, νά στέκεται ἐκεῖ καί νά περιμένῃ. «Πάτερ ποιός σᾶς εἶπε νά ἔλθετε σήμερα νά λειτουργήσετε, ἀλλά καί ποιός σᾶς ἄνοιξε τήν κλειδωμένη πόρτα τῆς Κατασκήνωσης;» «Ὁ Παπούλης, ὁ π. Γερβάσιος, ἐμφανίστηκε σέ μένα καί μέ κάλεσε νά λειτουργήσω γιά τά παιδιά του. Ὁ ἴδιος μου ἄνοιξε τήν πόρτα», ἀποκρίθηκε ὁ π. Νικόλαος. «Πάτερ, δέν ἔχουμε πρόσφορο», εἶπαν τό ἴδιο ἀπορημένες. «Θά φροντίσῃ καί γι’ αὐτό ὁ Παπούλης», εἶπε καί πάλι ὁ εὐλαβέστατος Ἱερεύς. Καί πράγματι. Μιά γυναίκα κατηφορίζει ἀπό τήν πύλη πρός τήν Ἐκκλησία, κρατῶντας σέ καθαρή πετσέτα τό πρόσφορό της. «Κυρία μου, ποῦ ἔμαθες ὅτι ἔχουμε Ἐκκλησιασμό καί πῶς ἦρθες τόσο πρωί;», τήν ρώτησαν. «Ξεκίνησα νά πάω τό πρόσφορό μου, πρωί-πρωί στόν Ἅγιο Νικόλαο τῶν Συχαινῶν γιά νά προλάβω τήν Προσκομιδή. Ἀλλά στόν δρόμο ἕνας γέροντας παπάς μέ σταμάτησε καί μοῦ εἶπε: “Κόρη μου, ποῦ πᾶς; Στόν Ἅγιο Νικόλαο ἔχει ὁ παπάς πρόσφορα. Νά τό πᾶς στήν Κατασκήνωση, γιά νά λειτουργήσουν”, μοῦ εἶπε καί ἐξαφανίστηκε. Ἔτσι ἦλθα». «Ποιός ἦταν ὁ παπάς;» Ἡ ἀπάντηση εἶναι φανερή.
Ἐπιτελοῦμε σήμερον ἀκόμη χρέος ἱερό καί πρός τόν μακαριστό Μητροπολίτη Ὕδρας Ἱερόθεο τόν Πατρέα, πνευματικό τέκνο καί ἀνάστημα τοῦ π. Γερβασίου, ὁ ὁποῖος πρό τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, πολλάκις παρεκάλεσε τήν ἐλαχιστότητά μας διά τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων «τοῦ ἀοιδίμου καί ἐν ἁγίοις ἀναπαυομένου», ὡς ἔλεγε χαρακτηριστικά, π. Γερβασίου.
Μάλιστα, μέχρι θαυμαστῆς λεπτομερείας, ἔδωσε ὁδηγίας περί τοῦ πρακτέου, ἅμα τῇ συμπληρώσει πεντήκοντα ἐτῶν ἀπό τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας τοῦ Γέροντος καί Διδασκάλου τῶν Πατρῶν.
Δέος συνέχει τήν καρδία μου, ὅταν ἀναμιμνήσκωμαι τῶν λόγων τοῦ μακαριστοῦ καί λαμπροῦ, τοῦ πολυεδρικοῦ ἀδάμαντος, Μητροπολίτου Ὕδρας Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος τήν τελευταίαν φορά τῆς συναντήσεώς μας, μοῦ εἶπε χαρακτηριστικά: «Εἶναι ἐπιθυμία τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γερβασίου νά γίνῃ ἡ ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων του, ὑπό συντοπίτου του Ἀρχιερέως».
Εἶμαι δέ ἐξόχως συγκλονισμένος, διότι κατά τρόπον παράδοξο, οἱ ἐργασθέντες κατά τήν προεργασία διά τά τῆς ἀνακομιδῆς τεχνίτες, ἀκόμη καί ὁ βοηθός των, ἕλκουν τήν καταγωγήν των ἐξ Ἀρκαδίας, ἀπ’ ὅπου καί ὁ μακαριστός π. Γερβάσιος.
Ἀκόμη χρέος ἐπιτελοῦμε ἔναντι τοῦ μακαρία τῇ λήξει γενομένου, Ἱεράρχου Μαντινείας καί Κυνουρίας Θεοκλήτου, του χειροτονήσαντος ἡμᾶς Διάκονον καί Πρεσβύτερον, ὅστις μέ συμμαρτυρίαν τοῦ π. Γερβασίου εἰσῆλθεν εἰς τάς τάξεις τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, καί ὁ ὁποῖος ἔχων ἐπί τοῦ Γραφείου του τήν φωτογραφία τοῦ μακαρίου Γερβασίου καί τήν εἰκόνα τοῦ θαυμαστῶς ἐντός τοῦ κορμοῦ τοῦ πεύκου φανέντος τύπου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὑπεδείκνυε ὁδόν ἀρίστη, ἐκείνη τήν ὁποίαν ἐβάδισε ὁ τοῦ Θεοῦ θεράπων κλεινός Γερβάσιος.
Πρό πάντων δέ καθῆκον ὀφειλόμενο πρός τόν Πατραϊκό Λαό, καί μάλιστα πρός τά πνευματικά τέκνα του Γέροντος, τῶν ὁποίων πόθος διακαής ἔκαιε τά ἐσώτατά τῆς καρδίας των, ὅπως πραγματοποιηθῇ ἡ ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ πολυσεβάστου καί ὡς ἁγίου ὑπ’ αὐτῶν τιμωμένου διδασκάλου των, καί ἀξιωθοῦν νά ἀσπασθοῦν τά ἱερά ὀστέα του, τά ὁποῖα ἡγιάσθησαν ἐκ τῶν ποικίλων πνευματικῶν καί σωματικῶν ἀγώνων του ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Ἀοίδιμε Γέροντα, τήν ἡμέρα τῆς ἐξόδου σου ἐκ τοῦ ματαίου τούτου κόσμου, τά πνευματικά σου τέκνα «ἔπιπτον προσκυνητῶς πρό τοῦ σκηνώματός σου, ἔχοντος ἐστολισμένον τό πρόσωπον διά τήν τελικήν πορείαν. Ἠσπάζοντο χεῖρας καί πόδας, κλαίοντες καί ζητοῦντες τήν πολυπόθητον εὐχήν σου» (Μητροπ. Ὕδρας Ἱερόθεος).
Σήμερον πλῆθος τῶν ἐκγόνων σου, Κλῆρος καί Λαός, προσπίπτουσι καί πάλιν προσκυνητῶς πρό τῶν ἱερῶν Λειψάνων σου, καί ραίνουν μέ δάκρυα καί μύρα καί ρόδα τά ἡγιασμένα ὀστέα σου, καί λιτανεύοντες αὐτά ἐπί τῶν ὤμων ὡς θησαυρόν πολύτιμο καί ἀειλαμπῆ, ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει ἱκετεύουσί σε:
«Ὡς παρρησίαν ἔχων πρός Θεόν, ἱκέτευε Χριστόν τόν ἀγαθόν, καί ταῖς σαῖς θερμαῖς πρεσβείαις τῶν κινδύνων καί περιστάσεων φύλαττε, ἱερώτατε πατήρ ἡμῶν Γερβάσιε.
Δεήθητι ὑπέρ τοῦ Ἐπισκόπου τῆς πόλεως ταύτης, τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, τοῦ φιλοθέου καί φιλαγίου Λαοῦ, ὑπέρ τῶν ἀρνίων σου τῶν ἠγαπημένων, ὡς χαρακτηριστικά ἀποκαλοῦσες τά παιδιά καί τούς νέους».
Ἡμεῖς πάντες τόν Θεόν δοξάζοντες τόν σέ δοξάσαντα, χρεωστικῶς ὕμνους ἐκ καρδίας πλέκομεν καί προσφέρομέν σοι, τῷ ἀοιδίμῳ καί γεραρῷ, διδασκάλῳ καί πατρί:
«Χαίροις Ἀρκαδίας θεῖος βλαστός, χαίροις Ἐκκλησίας ἱερώτατος θησαυρός, χαίροις τῶν Πατρέων διδάσκαλος ὁ θεῖος, Γερβάσιε θεόφρον σκέπε τά τέκνα σου».

ΙΕΡΟΣ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΥ π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΥ π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ
Πενήντα χρόνια μετά τήν κοίμησή του, ἡ Πάτρα ἀσπάσθηκε τά Λείψανα τοῦ ἡγιασμένου «Παπούλη» της, τοῦ π. Γερβασίου (Παρασκευοπούλου), τοῦ διδασκάλου καί πνευματικοῦ της ὁδηγοῦ. Τοῦ λαμπροῦ κληρικοῦ μέ τό ἀδαμάντινο ἦθος, τοῦ ἐναρέτου, 
τοῦ ἀκαμάτου καί ἀσυμβιβάστου ἱεροκήρυκος, τοῦ παπᾶ τῆς φτωχολογιᾶς, τοῦ προστάτου τῶν προσφύγων, τοῦ ἱδρυτοῦ τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων στήν Ἑλλάδα.
Πενήντα χρόνια μετά, ὁ Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος εὐλόγησε μέ τήν τιμία κάρα τοῦ ἁγίου Γέροντος τόν Λαό τῆς Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως τῶν Πατρῶν, παρουσίᾳ τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Ὕδρας, Σπετσῶν καί Αἰγίνης κ.κ. Ἐφραίμ, Κηθύρων κ.κ. Σεραφείμ, καί Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ἱερεμίου, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν στίς συγκινητικές λατρευτικές ἐκδηλώσεις.
Πλῆθος Κληρικῶν καί Μοναχῶν καί πλήθη Λαοῦ ἔραναν μέ δάκρυα καί μύρα καί ροδοπέταλα, τά Λείψανα τοῦ «Παπούλη» τῆς Πάτρας, καί ἐπανέλαβαν ὅ,τι σύμπας ὁ Λαός ἐκραυγάσε κατά τήν ὥρα, τῆς Ἐξοδίου Ἀκολουθίας του τήν 1η Ἰουλίου 1964: «Εἶναι Ἅγιος!».
Συγκλονιστικό τό κήρυγμα τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ἐσκιαγράφησε μέ λόγους μοναδικούς τήν προσωπικότητα τοῦ ἱεραποστολικῶς ἐργασθέντος καί ὁσιακῶς τελειωθέντος π. Γερβασίου, ὁ ὁποῖος ἔφυγε μικρό παιδί, πάμπτωχο καί πονεμένο, ἀπό τήν Ἀρκαδία γιά νά δώσῃ τά πλούτη καί τά βάθη τοῦ πνεύματος στόν Πατραϊκό Λαό καί νά φύγῃ πάλι πάμπτωχος γιά τήν οὐράνια πατρίδα.
Τά Λείψανα τοῦ π. Γερβασίου τοποθετήθηκαν σέ εἰδική Λειψανοθήκη ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς τῶν Κατασκηνώσεων στά Συχαινά τῶν Πατρῶν, τόν ὁποῖο Ναό ἐκεῖνος ἔκτισε καί τίς ὁποῖες κατασκηνώσεις ἐκεῖνος ἵδρυσε. 
Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

ΚΕΙΜΕΝΟ: Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ Π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ

Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου
Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται ἐφέτος ἀπό τίς 30 Ἰουνίου 1964, ὅταν ἄφησε τόν μάταιο τοῦτο κόσμο ὁ ἀοίδιμος διδάσκαλος καί πνευματικός πατέρας τῶν Πατρῶν, Ἀρχιμανδρίτης π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, ἡ ὁσιακή μορφή τοῦ ὁποίου παραμένει ζωντανή στίς καρδιές τῶν εὐσεβῶν Πατρέων, καί ἔτσι πιστεύομε θά παραμένῃ, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Σύμπας τότε ὁ Πατραϊκός Λαός, μέ δάκρυα στά μάτια καί μέ τά ἄνθη τῆς εὐγνωμοσύνης του, προέπεμψε στήν αἰωνιότητα μέ ὕμνους καί ᾠδές πνευματικές, ἀπό τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τῆς πόλεώς μας, τόν ἀκάματο ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου, τόν διαπρύσιο κήρυκα τῶν ἱερῶν ἀληθειῶν, τόν θερμουργό καί ζηλωτή κληρικό, πού ἀνεμόρφωσε πνευματικά τόν τόπο καί ἐγλύκανε μέ τήν ἁγία παρουσία του καί τούς πατρικούς του λόγους τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων.
Κλῆρος καί Λαός, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων, συνώδευσαν στήν τελευταία ἐπί γῆς κατοικία του, τόν καλό ποιμένα, τόν ἀνεπανάληπτο πνευματικό, τόν ἀπαστράπτοντα ἀδάμαντα, τόν ἀκάματο, μαχητικό καί ἐνάρετο, ἀγωνιστή κληρικό, τόν πλουτιστή τῶν πενήτων, τῶν ὀρφανῶν τόν προστάτη, τόν ὁδηγό τῶν νηπίων, «τῶν ἀρνίων τοῦ Χριστοῦ», ὅπως συνήθιζε νά τά ἀποκαλῇ ὁ ἴδιος, τόν ὁραματιστή κοινωνικό ἐργάτη, τόν εὐγενῆ, τόν σεμνό, τόν ἁπλοῦν καί ἀνεξίκακο Λειτουργό τοῦ Ὑψίστου.
Πενήντα χρόνια μετά, Κυριακή 29 Ἰουνίου 2014, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, 
ὅλοι θά εἴμαστε ἐκεῖ, στόν τάφο πού φυλάσσει τά Λείψανα τοῦ π. Γερβασίου. Στίς 5:30 τό ἀπόγευμα, θά τελέσωμε
τόν Ἑσπερινό στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, στίς Κατασκηνώσεις τῆς Ἀναπλαστικῆς Σχολῆς στά Συχαινά, πού ὁ ἴδιος ὁ ἀοίδιμος Γέροντας ἵδρυσε, καί ἐν συνεχείᾳ μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ μακαριστοῦ καί πολυσεβάστου πατρός, θά προβοῦμε στήν ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων του.
Τοῦτο εἶναι χρέος μας ἱερό πρός τόν ἡγιασμένο τοῦ Θεοῦ θεράποντα, τόν π. Γερβάσιο,
εἶναι ἀπότιση φόρου τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης πρός τόν μεγάλο αὐτό εὐεργέτη τῆς Πατραϊκῆς κοινωνίας.
Σᾶς καλῶ καί σᾶς προσκαλῶ ὅλους σέ αὐτή τήν εὐλογημένη τελετή καί ἁγία ὥρα, ὥστε νά ποῦμε 
γιά μία ἀκόμη φορά «εὐχαριστῶ» στόν π. Γερβάσιο καί νά ζητήσωμε τήν εὐχή του.
Τήν ἑπομένη ἡμέρα, Δευτέρα 30 Ἰουνίου, θά τελέσωμε τήν Θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς
τῶν Κατασκηνώσεων καί ἱερό μνημόσυνο ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τοῦ μακαριστοῦ καί ἁγίου Γέροντος.
Τό ἀπόγευμα τῆς ἰδίας ἡμέρας καί ὥρα 7:30, στόν ἴδιο χῶρο, θά τελεσθῇ Ἀρχιερατικός Ἑσπερινός
καί θά ἀκολουθήσῃ ἐκδήλωση ἀφιερωμένη στήν ζωή τοῦ π. Γερβασίου.
Πιστεύω ὅτι θά ἀκούσετε ὅλοι αὐτό τό σάλπισμα τῆς Ἐκκλησίας καί θά συναντηθοῦμε στόν χῶρο τῶν Κατασκηνώσεων τοῦ π. Γερβασίου, γιά νά ἀσπασθοῦμε τά ἡγιασμένα Λείψανά του.

Νά ἔχωμε τήν εὐχή του.
Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ

π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ:
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
50 χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου

Πέρασαν πενήντα χρόνια ἀπό τότε πού ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀοίδιμος π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, ἔγειρε τό ἁγιασμένο καί λευκασμένο ἀπό τούς ἱερούς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς εὐσεβείας κεφάλι του καί ἄφησε τήν ψυχή του νά φτερουγίσῃ στήν ἀγκαλιά τοῦ Οὐρανίου Πατρός.
Πλῆθος λαοῦ τότε τόν προέπεμψε στήν αἰωνιότητα μέ δάκρυα στά μάτια, γιατί ἔφευγε ὁ πνευματικός τους πατέρας, ὁ ὁποῖος τούς ἐδίδαξε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τούς ἐστήριξε στόν πόνο τους, χάρηκε στήν χαρά τους καί ἐφώτισε ὡς ἀστήρ φαεινός τήν πορεία τῆς ζωῆς τους.
Γεννημένος τό 1877 στήν Γρανίτσα, σημερινή Νυμφασία τῆς Γορτυνίας, στά ἅγια χώματα τῆς ἡρωοτόκου καί ἁγιοτόκου Ἀρκαδίας, καί ἔχοντας φάει τοῦ πόνου καί τῆς ὀρφάνιας τό ψωμί, ἔφτασε μέ κόπους καί ὀδύνες πολλές στήν πόλη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, τήν ὁποία τότε ἐποίμαινε ὁ πολύς Ἱερόθεος (Μητρόπουλος), ἄλλος ἀστήρ φωτεινός, ἐξ Ἀρκαδίας ἐπίσης ἕλκων τήν καταγωγή καί ἐκ πλησιοχώρου κώμης μέ ἐκείνη πού εἶδε τό φῶς τῆς ζωῆς ὁ μακάριος π. Γερβάσιος.
Στήν Πάτρα γεύθηκε τήν ἀγάπη καί τήν πατρική στοργή, ἔζησε τήν φλόγα καί τόν θερμουργο ζῆλο τοῦ θαυμαστοῦ καί διαπρύσιου Ἱεράρχου Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος ἠγωνίσθη μέ πάθος ἐναντίον τῶν αἱρέσεων καί τῆς μασσωνίας, καί ἔφυγε ἀπό τήν ζωή πικραμένος μέν, ἀσυμβίβαστος δέ ὡς πρός τά ἱερά πιστεύματα καί τήν Ἑλληνορθόδοξη παράδοση, πού διεφύλαξε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ.
Ἔτσι λοιπόν, ὁ π. Γερβάσιος, εἰσῆλθε μέ ζῆλον Ἠλιού στόν ἱερόν Ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, ὡς μοναχός καί σέ λίγο ὡς Διάκονος καί Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου.
Ἔλαμψε ὁ ἀοίδιμος καί ἀκτινοβόλησε ἀληθῶς, ὡς «λύχνος ἐπί τήν λυχνίαν τῆς τοῦ Κυρίου φωτοφόρου καθέδρας, ἐξαστράπτων φωτισμόν καί δογμάτων καί πράξεων», κατά τόν Ἅγιο Ἰσίδωρο τόν Πηλουσιώτη. 
Μορφή προφητική, μετέφερε τό μήνυμα περί τοῦ ἑνός καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, περί τῆς μιᾶς, ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὡς τοῦ μόνου σωτηρίου σώματος, ἐντός τοῦ ὁποίου σώζεται ὁ ἄνθρωπος.
Ἤλεγξε μέ πάθος ψυχῆς τήν ἁμαρτία καί τήν ἀποστασία ἀπό τόν Θεό, ὡς ἄλλος προφήτης Κυρίου, καί ἐπεβλήθη ὡς ἀπλανής ὁδηγός τῶν ἀνθρώπων μέ τήν βιβλική, ἁγιοπατερική, αὐστηρή μέν, ἀποπνέουσα ἀγάπη δέ πρός κάθε ἄνθρωπο, προσωπικότητά του. 
Ὁ λόγος του καθαρός, σάν τό ξάστερο νερό πού ἤπιε γιά πρώτη φορά στά κακοτράχαλα βουνά τῆς Γορτυνίας· ἡ ζωή του σάν τόν ἥλιο λαμπρή, ἀκτινοβολοῦσα καί ἀστράπτουσα τῶν ἀρετῶν τάς λαμπηδόνας.
Βράχος ἀμετακίνητος στήν ἀποκεκαλυμμένη ἀπό τόν Θεό ἀλήθεια καί στήν διδασκαλία τῆς πίστεως, δέν διενοήθη ποτέ νά νοθεύσῃ τό ἀλάβαστρον τοῦ πολυτίμου πνευματικοῦ μύρου, τῆς ἱερᾶς δηλαδή Ὀρθοδόξου παραδόσεως, ἔχων πάντοτε στά ὦτα του, ἤ τί λέγω, στήν καρδιά του τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου: «Καί ἐάν ἡμεῖς ἤ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλ. α’. 8).
Ὡς Λειτουργός τοῦ Ὑψίστου, εὑρίσκετο μετάρσιος μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς καί ζοῦσε τίς συγκλονιστικές ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ. Ἡ Θεία Λειτουργία ἦτο ὄντως γιά αὐτόν θεία μυσταγωγία. Προσηλωμένος ἀπόλυτα στό Ἱερό Μυστήριο, πλήρης δέους καί ἱεροπρεπείας, σεμνός, μέ λιτή περιβολή, ἔδινε τήν ἐντύπωση οὐρανίου ὄντος καί ὡδηγοῦσε τίς ψυχές σέ πνευματικούς ἀναβαθμούς, σέ ἀληθῆ μεταρσίωση, κατά τίς μαρτυρίες πολλῶν Κληρικῶν καί Λαϊκῶν πού ἔζησαν αὐτές τίς θαυμαστές ἐμπειρίες κοντά του. 
Ὡς πνευματικός ἦτο ἀκούραστος. Ὁ ζῆλος του ἀμείωτος. Ἡ ἀγάπη του παραδειγματική. Ἡ ὑπομονή του ἀξιοθαύμαστη. Οὔτε ἡ ἡλικία, οὔτε ἡ πολυετής διακονία ἔκαμψαν τόν ἱερό ἐνθουσιασμό του γιά τό σωτήριο μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, μέσα ἀπό τό ὁποῖο χιλιάδες ἀνθρώπων ἀναγεννήθηκαν πνευματικά καί βρῆκαν τήν ὁδόν τῆς σωτηρίας διά τῆς συντριβῆς τῆς καρδίας καί τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.
Ἀγάπησε ἰδιαιτέρως τά παιδιά καί εἶναι ὁ ἱδρυτής τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. «Νά προσέχετε τά ἀρνία τοῦ Θεοῦ», ἔλεγε γιά τά παιδιά, τά ὁποῖα ἔτρεχαν κοντά του αἰσθανόμενα τήν ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς του καί τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του. 
Διεκρίθη γιά τόν μαχητικό του ἐνθουσιασμό, ὅμοιο μέ ἐκεῖνον τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ὁ ὁποῖος σταμάτησε ἀκόμη καί τόν ἥλιο προκειμένου νά κερδηθῇ ἡ μάχη (Ἰησ. Ναυ. 10. 12-14).
Ἦτο ἀσυμβίβαστος μπροστά στήν ἐπιτέλεση τοῦ καθήκοντος, σέ ὅποια θέση καί ἄν ὑπηρέτησε. Ἰδιαιτέρως αὐτό ἐφάνη ὅταν ὑπηρετοῦσε ὡς Πρωτοσύγκελλος τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσάνθου. 
Ἀλλά καί σημειοφόρος ἀνεδείχθη, ἀφοῦ ὁ Κύριος θαυμαστῶς ἀπεκάλυψε τόν τύπον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐντός πεύκου, τό ὁποῖο ὁ Γέροντας εἶχε φυτεύσει στόν τόπο τῶν Κατασκηνώσεων. 
Ἐνθυμοῦμαι χαρακτηριστικῶς τήν συζήτηση, τήν ὁποία εἶχα μετά τοῦ Γέροντός μου, ἀειμνήστου Μητροπολίτου Μαντινείας καί Κυνουρίας Θεοκλήτου, ὁ ὁποῖος μέ συμμαρτυρία τοῦ π. Γερβασίου εἰσῆλθε στόν Ἱερό Κλῆρο. Ἐπάνω στό γραφεῖο τοῦ μακαριστοῦ Θεοκλήτου εὑρίσκετο μονίμως ἡ φωτογραφία τοῦ Γέροντος, καθώς καί φωτογραφία εἰκονίζουσα τό ἐντός τοῦ δένδρου τύπωμα τοῦ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. «Ἦτο ἡγιασμένος ἄνθρωπος», ἔλεγε γιά τόν π. Γερβάσιο ὁ χειροτονήσας με Ἀρχιερεύς, «εἶχε ἰσάγγελον πολιτείαν καί σέ προτρέπω πατρικῶς καί σέ παρακαλῶ νά τοῦ μοιάσῃς, βαδίζοντας στά ἴχνη του».
Πέρασαν τά χρόνια, ὁ Μητροπολίτης ἔφυγε γιά τόν οὐρανό, καί ὁ Κύριος μέ ἀπέστειλε στήν Πάτρα ὡς Ἀρχιερέα. Ἐκ τῶν πρώτων μελημάτων μου ἦτο νά τελέσω τρισάγιο ἐπί τοῦ τάφου τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Γερβασίου καί νά ἀσπασθῶ τήν πλάκα, κάτω ἀπό τήν ὁποία φυλάσσονται τά σεβάσμια καί ἡγιασμένα Λείψανα τοῦ θερμουργοῦ ἐργάτου τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου καί φωτοφόρου Λειτουργοῦ τοῦ Ὑψίστου.
Ἡ ἐπίσκεψη μέ πλῆθος εὐλαβῶν Πατρέων στήν γενέτειρά του Νυμφασία Γορτυνίας, ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ ἐπιμνημόσυνη δέηση στόν τόπο πού γεννήθηκε, ἦταν ἐμπειρίες πνευματικά συγκλονιστικές.
Πενήντα χρόνια πέρασαν ἀπό τότε πού ἔφυγε γιά τόν οὐρανό ὁ π. Γερβάσιος, στίς 30 Ἰουνίου τοῦ 1964, ἀνήμερα τῆς Συνάξεως τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ὅμως ἡ πνευματική του παρουσία στήν Πάτρα εἶναι συνεχής. Οὐδέποτε μᾶς ἐγκατέλειψε. Αἰσθανόμεθα τήν ἀνάσα του, τήν ἀγάπη του, τήν εὐλογία του, τίς πρεσβεῖες του. 
Χρέος ἱερό καί καθῆκον ἅγιο πρός τόν πνευματικό πατέρα καί διδάσκαλο τῶν Πατρῶν, στόν ὁποῖο σύμπας ὁ ἱερός Κλῆρος καί ὁ εὐσεβής Λαός μας ὑποκλίνονται εὐλαβικά, μᾶς ὡδήγησε νά λάβωμε τήν ἀπόφαση γιά τήν ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν του Λειψάνων, δοξάζοντες τόν Θεό γιατί μᾶς χάρισε τόν π. Γερβάσιο καί τιμῶντες τήν μνήμη εὐγνωμόνως τοῦ μακαριστοῦ καί λαμπροῦ Ἱερωμένου.
Ὅμως καί ἡ ὑπόσχεση, κατόπιν μακρᾶς συζητήσεως, μέ τόν ἄλλο ἀδάμαντα τῶν Πατρῶν, μαθητή καί πνευματικό τέκνο τοῦ ἀοιδίμου π. Γερβασίου, τόν μακαριστό Μητροπολίτη Ὕδρας, Σπετσῶν καί Αἰγίνης Ἱερόθεο (Τσαντίλη), ὡδήγησε τήν καρδιά μας στήν ὡς ἄνω ἀπόφαση, ὥστε καί τήν ἁγία ψυχή ἐκείνου, κατά τήν ὑπόσχεσή μας καί τήν πνευματική μας δέσμευση, νά ἀναπαύσωμε.
Τήν Κυριακή 29 Ἰουνίου τό ἀπόγευμα, μετά τόν Ἑσπερινό πού θά τελεσθῇ στίς 5:30 στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στίς Κατασκηνώσεις στά Συχαινά, πού ὁ ἴδιος ὁ π. Γερβάσιος ἵδρυσε, θά προβοῦμε στήν ἀνακομιδῆ τῶν Λειψάνων του, ὥστε νά ἀσπασθοῦμε τήν ἡγιασμένη κάρα του καί μέ αὐτή νά εὐλογήσωμε τήν πόλη τῶν Πατρῶν, πού τόσο ἀγάπησε ὁ Γέροντας, ἀλλά καί τόν Λαό αύτῆς, ὑπέρ τοῦ ὁποίου μέχρι τελευταίας του πνοῆς ἠγωνίσθη, προκειμένου νά τόν προσαγάγῃ ὡς ποιμήν ἄριστος στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Οι Άγιοι!


Η Εκκλησία μας χωρίζει τους Αγίους της σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με την ιδιότητα τους. Οι κατηγορίες λοιπόν είναι οι εξής:
Προφήτες: Λέγονται όλοι εκείνοι όλους τους αγίους εκείνους άνδρες και γυναίκες που κατά την προ Χριστού περίοδο μέχρι και τον Ιωάννη τον βαπτιστή κήρυξαν στον Ιουδαϊκό λαό τον λόγο του Θεού και προφήτευσαν την έλευση του Μεσσία όπως ο Μωυσής, ο Ηλίας, ο Ησαίας και άλλοι.
Προπάτορες: Λέγονται κυρίως οι πρόγονοι του Χριστού από του Αδάμ μέχρι και των αμέσων κατά σάρκα προγόνων Του και ευρύτερα και όλοι οι άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης που έζησαν πριν από το Χριστό οι «Δίκαιοι» όπως ο Ενώχ, ο Νωε, ο Έσδρας κλπ.
Απόστολοι: Λέγονται οι άμεσοι μαθητές του Χριστού οι δώδεκα και οι εβδομήκοντα όπως ο Πέτρος και Παύλος, ο Ανδρέας, ο Κλεώπας αλλά και οι πρώτοι μαθητές των Αποστόλων που εκήρυξαν και αυτοί το Ευαγγέλιο όπως ο Τίτος, ο Τιμόθεος ο Σίλας κ.α. Στην ίδια κατηγορία έχουμε τους τέσσερεις Ευαγγελιστές που έγραψαν τα ισάριθμα κανονικά ευαγγέλια, και οι Ισαπόστολοι οι Άγιοι δηλαδή που δεν ήταν μεν Απόστολοι αλλά πρόσφεραν τόσες μεγάλες υπηρεσίες στον Χριστιανισμό, που από ευγνωμοσύνη τους αναγνωρίστηκε από την Εκκλησία ίση αξία με τους Αποστόλους όπως ο Κων/νος και η μητέρα του Ελένη, η Φωτεινή η Σαμαρείτιδα, η Όλγα των Ρώσων κλπ.
Μάρτυρες είναι οι πιστοί εκείνοι χριστιανοί που από τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο μέχρι και τους σύγχρονους μας νεομάρτυρες προτίμησαν τον Θάνατο και τον πιο φρικτό ακόμη αρκεί να μην αρνηθούν τον Χριστό και προδώσουν την πίστη Εκείνου, που πρώτος εμαρτύρησε για την Σωτηρία όλων μας. Σ’αυτούς υπάγονται και οι Ιερομάρτυρες οι κληρικοί δηλαδή μάρτυρες όπως ο Χαραλάμπης, ο Βλάσσιος, ο Ερμόλαος κ.α., οι Οσιομάρτυρες , οι μοναχοί δηλαδή μάρτυρες, όπως ο Νίκων και η Ευγενία, οι Μεγαλομάρτυρες που υπέφεραν πριν πεθάνουν τα πιο φρικτα βασανιστήρια για να ξαναγυρίσουν στην ειδωλολατρία όπως είναι ο Γεώργιος, ο Δημήτριος, οι Θεόδωροι κ.α., οι Παρθενομάρτυρες, οι γυναίκες Παρθένοι που μαρτύρησαν για τον Χριστό, όπως η Βαρβάρα, η Αικατερίνη κ.α., οι Οσιοπαρθενομάρτυρες οι μοναχές δηλαδή μάρτυρες όπως η Παρασκευή και τέλος οι Νεομάρτυρες οι σύγχρονοι μας δηλαδή μάρτυρες, που βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν από τους Τούρκους γιατί αρνήθηκαν να αλλάξουν την πίστη τους (κάπου αναφέρει ο Φώτης Κόντογλου ότι οι Νεομάρτυρες εκτιμώνται περί τους 35.000!) όπως ο Γεώργιος εξ Ιωαννίνων, Θεόδωρος ο Βυζάντιος, Γεώργιος ο Χιοπολίτης κ.α.
Ομολογητές: Λέγονται οι χριστιανοί που στην εποχή των διωγμών σύρθηκαν στα ειδωλολατρικά δικαστήρια, ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό, τους υπέβαλλαν σε μαρτύρια για να Τον αρνηθούν, αλλά για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν θανατώθηκαν όπως οι μάρτυρες πχ ο Μάξιμος, ο Χαρίτων κ.α.
Όσιοι: Λέγονται οι μοναχοί και Οσίες μοναχές που έζησαν υποδειγματική μοναχική ζωή και δεν πρόσφεραν μεν το αίμα τους αλλά θυσίασαν την ζωή τους και με καθημερινό «μαρτύριο της συνειδήσεως» κέρδισαν τον ουρανό. Πχ Αντώνιος, Ευθύμιος, Αθανάσιος ο εν τω Άθω, Ευφροσύνη κ.α.
Ιεράρχες και Διδάσκαλοι: Λέγονται οι μεγάλοι εκείνοι επίσκοποι που με αγιότητα και φρόνηση ποίμαιναν τον λαό του Θεού και δίδαξαν γραπτά ή προφορικά τον Λόγο της αληθείας όπως οι τρεις Ιεράρχες Βασίλειος, Γρηγόριος και Ιωάννης, ο Αθανάσιος κ.α.
Πατέρες: Λέγονται –κυριολεκτικά- οι κληρικοί εκείνοι που διακρίθηκαν για την αγιότητα του βίου τους και την ορθή τους διδασκαλία που διατύπωσαν στα σοφά τους συγγράμματα, αλλά και γενικά όλοι οι άγιοι κληρικοί και μοναχοί.

Βασικό βοήθημα άντλησης απάντησης: "Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας", του μακαριστού Ι.Μ.Φουντούλη

ΡΙΖΑ 2014

Για την φετινή χρονιά οι κατασκηνώσεις θα λειτουργήσουν ως εξής:
• Κορίτσια από Δ' Δημοτικού- Γυμνασίου – Λυκείου
Τρίτη 8 Ιουλίου – Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

• Αγόρια από Δ' Δημοτικού- Γυμνασίου – Λυκείου
Τρίτη 22 Ιουλίου – Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Δηλώσεις Συμμετοχής – Πληροφορίες:
Κορίτσια: Κάθε Τρίτη & Παρασκευή (από 17/6) 6:30μμ- 8:30μμ και στα τηλέφωνα 2610-279807 (Χρ. Στέγη τις ώρες δηλώσεων) – 2610931307 (κ. Μαρία Κούλη)
Αγόρια: Κάθε Τρίτη & Παρασκευή (από 17/6) 6:30μμ- 8:30μμ και στα τηλέφωνα 2610-279807 (Χρ. Στέγη τις ώρες δηλώσεων) – 6981038388 (κ. Ανδρέας Θεοδωράτος) – 6983454370 (κ. Παναγιώτης Ακτύπης)
Στις δηλώσεις συμμετοχής θα τηρηθεί αυστηρά η σειρά προτεραιότητας!

ΑΓΚΥΡΑ 2014

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΓΩΝΕΩΝ
"Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ" (Γ.Ε.Χ.Α.)
Τμήμα Πατρών Μιαούλη 57 262 22 ΠΑΤΡΑΙ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΔΩΝ ΑΓΚΥΡΑ 2014
(Κατασκήνωση "ΑΓΚΥΡΑ" στην Παναγοπούλα Αχαΐας,
πληρ: 2610. 323.728)

2 – 9 Ιουλίου 
Για μαθήτριες δημοτικού

9 – 16 Ιουλίου 
Για μαθητές Δημοτικού

16 – 19 Ιουλίου 
Για Φοιτητές

19 – 28 Ιουλίου 
Για Φοιτήτριες

28 Ιουλ. – 8 Αυγούστου 
Για μαθήτριες Γυμνασίου – Λυκείου

9 – 10 Αυγούστου 
Διήμερο παλαιών κατασκηνωτών

11 – 22 Αυγούστου 
Για μαθητές Γυμνασίου – Λυκείου Πατρώn

22 Αυγ. – 30 Αυγούστου 
Για μαθητές Γυμνασίου – Λυκείου Πύργου

Tα μνημόσυνα ωφελούν μόνο τους κεκοιμημένους ή και τους ζωντανούς;

Η τέλεση των μνημοσύνων για τους κεκοιμημένους προσφέρει μεγάλη ωφέλεια και προς τους επιζώντας. Η συνεχής μνήμη θανάτου, η καλλιέργεια της αδιάλειπτης προσευχής υπέρ των κεκοιμημένων αποτελεί για μας ένα καλό ξεκίνημα στον πνευματικό μας αγώνα. Η μνήμη θανάτου που προκύπτει έστω και με τον αιφνίδιο θάνατο προσφιλών μας προσώπων, αποτελεί θα λέγαμε κατά κάποιο τρόπο ευκαιρία για να επιστρέψουμε προς τον Θεό και την Αγία Tου Εκκλησία με την αληθινή μετάνοια.
Η απασχόληση των πιστών με τα μνημόσυνα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα καλό εργόχειρο που κατεργάζεται με την προσεκτική μελέτη του τη σωτηρία μας. Για το λόγο αυτό πιστεύουμε ότι η επιστροφή της καλής συνήθειας της παρασκευής των κολλύβων των κεκοιμημένων μας, δεν συνιστά μόνο επιστροφή στις ρίζες και τις παραδόσεις μας, αλλά είναι και πράξη που βοηθά την ίδια την ψυχή μας. Επίσης είναι αλήθεια ότι στη χειρόγραφη παράδοσή μας εντοπίζουμε εκτός της νεκρωσίμου ευχής της πολύ γνωστής και πολύ παλαιάς «ο Θεός των πνευμάτων…» και την ευχή εις πενθούντας: «
Κύριε των δυνάμεων η παρηγοριά των θλιβομένων και η παράκληση των πενθούντων και η βοήθεια όλων αυτών που έχουν χάσει το θάρρος τους, τους συνεχομένους από το πένθος του κεκοιμημένου, παρηγόρησε με τη δική σου ευσπλαχνία και θεράπευσε κάθε πόνο που υπάρχει μέσα βαθειά στην καρδιά τους κι ανάπαυσε το δούλο σου που έχει κοιμηθεί με την ελπίδα της αναστάσεως και της αιωνίου ζωής, στον κόλπο του Αβραάμ. Συ είσαι η ανάστασις και ζωή κι η ανάπαυση…».
Η ευχή αυτή σ’ολόκληρη την χειρόγραφη παράδοσή μας ακολουθεί την πρώτη ευχή. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία μας εφρόντιζε και φροντίζει όχι μόνο για τους κεκοιμημένους, αλλά και για τα ζωντανά μέλη της που έχουν ανάγκη παραμυθίας και παρακλήσεως μπροστά στο μυστήριο του θανάτου. Η ανάγνωση αυτής της ευχής πρέπει και επιβάλλεται να ξαναμπεί σε χρήση στο Ευχολόγιό μας και όχι μόνο κατά την ακολουθία του μνημοσύνου, αλλά και κατά την εξόδιο νεκρώσιμο ακολουθία . Μία θέση που της ανήκει, και που θα δώσει μεγάλη παρηγοριά στους συγγενείς των κεκοιμημένων που περιμένουν κι αυτοί με τόση λαχτάρα να ακούσουν λόγους παραμυθίας από τα στόματα των κληρικών που τελούν τις νεκρώσιμες επιμνημόσυνες δεήσεις και ακολουθίες.
Εκτός αυτών τα μνημόσυνα ωφελούν τους ζωντανούς, διότι « αναπτύσσεται η αγάπη μεταξύ των ζώντων και τεθνεώτων». Η ωφέλεια συνδέεται άμεσα με τη χριστιανική αρετή . Ενισχύεται η πίστις στην πέραν του τάφου ζωή. Ενισχύεται η ελπίδα στο έλεος του Θεού. Διακηρύσσεται η διαρκής παρουσία του Χριστού στον κόσμο. Διδάσκεται ότι ο άνθρωπος είναι ουρανοπολίτης. Μεταβαίνει από τη στρατευομένη Εκκλησία της γης, στη Θριαμβεύουσα Εκκλησία του ουρανού. Ο Χριστός εισακούει τις δεήσεις όλων και λυγίζει μπροστά στις πρεσβείες της Θεοτόκου και των Αγίων.
Η ελπίδα της σωτηρίας των χριστιανών δεν χάνεται μετά το θάνατο. Επειδή εισακούει ο φιλάνθρωπος Θεός τις δεήσεις της Εκκλησίας μας , παρέχεται συγχώρεση των αμαρτημάτων σ’ αυτούς χάρη των οποίων τελούνται τα μνημόσυνα. Η οριστική απόφασις του Θεού για τη μέλλουσα αμοιβή ή τιμωρία δεν εκδόθηκε ακόμη. Αυτή επιφυλάσσεται για τη Δευτέρα κι Φρικτή Παρουσία. Μέχρι τότε η Εκκλησία μπορεί να αναπέμπει δεήσεις και ικεσίες για τα μέλη της. Όπως στη στρατευομένη Εκκλησία αυτοί που βρίσκονται σε εκκλησιαστική τιμωρία για τις αμαρτίες που διέπραξαν, στερούνται τα θεία μυστήρια, έτσι και στη θριαμβεύουσα, αυτοί που πέθαναν με τις αμαρτίες που διέπραξαν είναι μακριά από τους αγίους και τους δικαίους. Με τις δεήσεις και ικεσίες υπέρ των κεκοιμημένων αναπτύσσεται η φιλαδελφεία. Ανακουφίζονται οι ζώντες και θλιβόμενοι για τον θάνατο του προσφιλούς των προσώπου. Και τούτο , διότι ο θάνατος είναι πικρός, δημιουργεί θλίψη αφόρητη. Χωρίζει απότομα τους προσφιλείς. Η προσευχή και το μνημόσυνο είναι ο μόνος τρόπος επικοινωνίας μαζί με τα προσφιλή μας πρόσωπα που εξεδήμησαν από τον παρόντα κόσμο. Έτσι ενθυμούμεθα τη ματαιότητα του κόσμου και των πραγμάτων αυτού. Αυτό δε συνιστά παρακίνηση προς την ενάρετη πολιτεία. Ενθάρρυνση για ευεργεσίες και αγαθοεργίες. Γι’ αυτό και τονίζει ο ιερός Δαμασκηνός, «Ο Θεός θέλει ώστε ό ένας με τον άλλο όλοι να ευεργετούμεθα και ζώντες και μετά θάνατον», αφού προσφέρουμε «Χριστόν σφαγιασμένον ζητώντας συγχώρεση από το φιλάνθρωπο Θεό και για τα δικά μας αμαρτήματα αλλά και «υπέρ αυτών» των κεκοιμημένων»..."

Τι είναι τα κόλλυβα ;
Τα Κόλλυβα, ή όπως αλλιώς επεκράτησε σε πολλά μέρη η ονομασία «το στάρι», είναι ένα από τα πιο παλαιά χριστιανικά έθιμα που διατηρήθηκε στη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και συνδέεται άμεσα με τους κεκοιμημένους εν Χριστώ αδελφούς μας. Τα κόλλυβα είναι σιτάρι βρασμένο που κατά κανόνα σήμερα έχει τη μορφή στολισμένου δίσκου με ξηρούς καρπούς, όπως αμύγδαλα , καρύδια, φουντούκια, φιστίκι κ.α και κυρίως ζάχαρη. Τα κόλλυβα προσφέρονται απαραιτήτως στις μνήμες των αγίων, τα ονομαζόμενα «Άγια» πράξη που συνεχίζει να διατηρείται στα μοναστήρια, ενώ από τις ενορίες η τάξη αυτή εξέλιπε. Επίσης, άλλοι τις μνήμες των κεκοιμημένων αγαπητών και προσφιλών μας προσώπων που μετατέθηκαν του προσκαίρου τούτου κόσμου, τα ονομάζουν «πεθαμένα».
Όμως από πού προέρχεται το όνομα «ΚόλλυβỨ Η ονομασία κόλλυβα προέρχεται από τη λέξη «ο κόλλυβος» που σημαίνει το σταθμικό μέτρο για τον προσδιορισμό του βάρους του χρυσού, όπως επίσης και κάθε νόμισμα μικρής αξίας, δηλαδή το πολύ λεπτό σε πάχος και αξία νόμισμα. Ο Αριστοφάνης (424 π.Χ) τα νομίσματα τα ονομάζει «Κόλλυβους». Για τον λόγο αυτό και όσοι ασχολούνταν με τα νομίσματα την παλαιά εποχή τους ονόμαζαν «κολλυβιστάς». «Κολλυβίζειν» ονόμαζαν το κέρδος που προερχόταν από συναλλαγή. Το έθιμο των κολλύβων είναι πάρα πολύ παλαιό. Οι ρίζες του βρίσκονται στα προ Χριστού ακόμη χρόνια. Το σιτάρι, η κύρια τροφή του ανθρώπινου γένους, ήταν καρπός ιερός για τους αρχαίου προγόνους μας. Ήταν το εξαιρετικό είδος τροφής που έκαμε το άνθρωπο να διαφέρει από τα άγρια ζώα. Το σιτάρι έτσι είχε κι έναν ιερό χαρακτήρα.
Στα πολύ γνωστά μας Ελευσίνια Μυστήρια γινόταν σιωπηρή επίδειξη ένος σταχυού. Σε πολλούς ακόμη τάφους οι αρχαίοι προγονοί μας έθαβαν μέσα σε μεγάλα πιθάρια σιτάρι, διότι πίστευαν ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή. Οι Αθηναίοι, κατά τους χρόνους του Ισοκράτη τοποθετούσαν σιτάρι, στους τάφους των κεκοιμημένων, τους δε κεκοιμημένους τους ονόμαζαν «Δημήτριους», γιατί πίστευαν ότι η Θεά Δήμητρα τους χάρισε ως δώρο το σιτάρι. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν την συνήθεια να προσφέρουν στους νεκρούς τους μία φορά το χρόνο την ημέρα των Χυτρών την Τρίτη δηλ. και τελευταία ημέρα της εορτής των Ανθεστηρίων, αυτό που ονόμαζαν «πανσπερμία ή πανκαρπία», δηλαδή ένα μίγμα διαφόρων καρπών. Η εορτή αυτή των αρχαίων Ελλήνων που γινόταν προς τιμήν των νεκρών, έχει κάποια σχέση με το δικό μας Ψυχοσάββατο.
Με τις λέξεις κόλλυβο και κόλλυβα στην αρχή εννοούσαν κάθε είδος μικρού γλυκού από σιτάρι σε σχήμα πίτας ή τα «τρωγάλιζα» και τα «τραγήματα», δηλαδή ξηρούς καρπούς (καρύδια , αμύγδαλα, σταφίδες, φουντούκια, σύκα κ.α.) καθώς και τον «εψητόν σίτον» κατά τον Βυζαντινό λεξικογράφο Σουίδα.Σύμφωνα με τη γνώμη μερικών το έθιμο των κολλύβων οφείλεται στην παλαιά συνήθεια της διανομής νομισμάτων κατά τα μνημόσυνα. Έτσι έχουμε ταύτιση νομισμάτων και κολλύβων. Η διανομή των νομισμάτων –κολλύβων συνεδέετο με την ελεημοσύνη κατά τα χρόνια του χριστιανισμού: «ελεημοσύνες υπέρ αυτών που έφυγαν προς τον Κύριο στα μνημόσυνα αυτών». Αυτές τις ελεημοσύνες ελάμβαναν, συνήθως από τα υπάρχοντά του αναπαυομένου, οι πτωχοί, οι συγγενείς κι οι φίλοι του μεταστάντος, οι πρεσβύτεροι κι οι διάκονοι.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Τα ιερά μνημόσυνα» του Πρεσβυτέρου Θεμιστ. Χριστοδούλου

Κάνε κάτι περισσότερο...

Κάνε κάτι περισσότερο
Κάνε κάτι περισσότερο από το να πιστεύεις -
Να εφαρμόζεις.

Κάνε κάτι περισσότερο από το να ακολουθείς -
Να συνεργάζεσαι.

Κάνε κάτι περισσότερο από το να ενδιαφέρεσαι -
Να βοηθάς.

Κάνε κάτι περισσότερο από το να διδάσκεις - 
Να εμπνέεις.

Κάνε κάτι περισσότερο από το να ζητάς διαρκώς συγνώμη -
Να αλλάξεις διαγωγή

Κάνε κάτι περισσότερο από το να συμπεριφέρεσαι φιλικά - 
Να γίνεις φίλος.

Κάνε κάτι περισσότερο από το να πιστεύεις στο Θεό -
Να υπακούς στις εντολές του.

( Συλλογή Στάχυα, Κ. Κούρκουλας)
Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Πίσω από την δοκιμασία..

Πίσω από την δοκιμασία κρύβεται η ευλογία του Θεού
Οι πάντες σχεδόν την μεταστροφή τους οφείλουν σε κάποια δοκιμασία!
Η θλίψης είναι κακό πράγμα. Αλλά πίσω απ' αυτό, πίσω από τον πόνο, πίσω από την θλίψη, πίσω από την δοκιμασία, κρύβεται η ευλογία του Θεού, κρύβεται η αναγέννησης, η ανάπλασις του ανθρώπου, της οικογενείας. Οι πάντες σχεδόν την μεταστροφή τους την οφείλουν σε κάποια δοκιμασία. Νομίζουν ότι πηγαίνουν όλα ωραία∙ τους παίρνει ο Θεός το παιδί∙ κλάμματα κακό, κ.λ.π. Έρχεται και επισκιάζει έπειτα η χάρις του θεού και ειρηνεύουν οι άνθρωποι∙ και πλησιάζουν την εκκλησία, πλησιάζουν την εξομολόγηση, πλησιάζουν τον ιερέα. Χάριν του παιδιού πάνε στην εκκλησία ο πόνος τους κάνει ν' αναζητήσουν, να προσευχηθούν υπέρ αναπαύσεως, να κάνουν τις λειτουργίες.
Ο πόνος απαλύνει την καρδιά και την κάνει δεκτική των λόγων του θεού, ενώ πρώτα ήταν σκληρή, δε δεχόταν. π.χ, ένας άνθρωπος στο σφρίγος της νεότητος∙ εγώ είμαι σκέφτεται και κανένας άλλος δεν είναι. Να πτυχία, να και οι δόξες, να κι η υγεία, να κι οι ομορφιές, να κι όλα. Όταν όμως τον ξαπλώσει στο κρεβάτι μία ασθένεια τότε αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά. Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Μπορεί να πεθάνω. Τι το όφελος όλα αυτά, κι αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά.
Έρχεται φερ' ειπείν ένας άνθρωπος, τον πλησιάζει, διάβασε και αυτό το βιβλίο να δεις τι λέει. Ακούει και ένα λόγο του Θεού και τότε τον ακούει τον λόγου του Θεού. Κι άμα του δώσεις και βιβλίο, ο πόνος ήδη του έχει κάνει την καρδιά του, έτσι κατάλληλη κι ανοίγει και το βιβλίο και το Ευαγγέλιο και
το διαβάζει και από εκεί αρχίζει η ανάπλασις του ανθρώπου. Και όταν γίνει καλά, αμέσως πλέον σηκώνεται και ζει προσεκτικά τη ζωή του και δεν ζει όπως πρώτα με την υπερηφάνεια και τη φαντασία που είχε.
Η ασθένεια και η θλίψη είναι το κατ' εξοχήν φάρμακο της πρόνοιας του Θεού για να τον φέρει τον άνθρωπο κοντά Του και να αυξήσει την αρετή του
Η ασθένεια και η θλίψη είναι το κατ' εξοχήν φάρμακο της πρόνοιας του Θεού να φέρει τον άνθρωπο κοντά Του και να αυξήσει την αρετή του. Ο Ιώβ ήταν ο καλύτερος άνθρωπος πάνω στη γη, αλλά ο Θεός ήθελε να τον κάνει ακόμα καλύτερο. Και από τότε που δοκιμάστηκε, από τότε και δοξάστηκε. Ήταν καλός άνθρωπος και ευσεβής κ.λ.π. αλλά χωρίς δοκιμασία δεν ήταν ονομαστός ο Ιώβ. Αφ' ης στιγμής όμως δοκιμάστηκε και πολέμησε και αγωνίστηκε και στεφανώθηκε και πλούτισε, από κει και ύστερα άρχισε η δόξα του, και απλώθηκε μέχρι σήμερα. Το παράδειγμα του, είναι φωτεινότατο και ενισχύει κάθε άνθρωπο που δοκιμάζεται. Αν αυτός δοκιμάστηκε που ήταν ένας άγιος, πολύ περισσότερο εμείς που είμαστε αμαρτωλοί. Και το αποτέλεσμα ήταν να τον κάμει άγιον και να του δώσει πάλι χρόνια ζωής και να τον ευλογήσει διπλά και τριπλά απ' ότι έχασε, και έτσι να γίνει ένα φωτεινό παράδειγμα ανά τους αιώνες για κάθε πονεμένο άνθρωπο∙ να προσαρμόζεται και ν' ακουμπάει σ' αυτό το παράδειγμα και να ξεκουράζεται και αυτός και να λέει: Ως έδοξε τω Κυρίω, ούτω και εγένετο. Είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένο. Σκύβει το κεφάλι και λέει: ο Θεός έδωσε, ο Θεός πήρε. Και το παιδί ακόμα να μου πάρει, ο θεός δεν μου το δώσε; Το πήρε. Που είναι το παιδί μου; Στον ουρανό; Εκεί τι γίνεται; Αναπαύεται εκεί...
Σε κάθε δοκιμασία πίσω κρύβεται το θέλημα του Θεού και η ωφέλεια την οποία φυσικά ίσως εκείνο τον καιρό να μην μπορεί να την δει, αλλά με τον χρόνο θα την γνωρίζει την ωφέλεια. Έχουμε τέτοια παραδείγματα πάρα πολλά.
Όπως και με τους Αγίους Ανδρόνικο και Αθανασία. Αυτοί ήταν αντρόγυνο∙ και ήταν χρυσοχόος ο Ανδρόνικος με πολύ πλούτο κ.λ.π. Το ένα μέρος του κέρδους έτρεφε την οικογένειά του. Το ένας μέρος του κέρδους το έδινε στους φτωχούς και το ένα μέρος του άλλου κέρδους το ένα τρίτο το έδινε άτοκα στους ανθρώπους που δεν είχανε χρήματα. Είχαν δύο χαριτωμένα κοριτσάκια. Και μια μέρα από μία αρρώστια πέθαναν και τα δύο. Πηγαίνουν και τα θάβουν και οι δύο. Η Αθανασία η καημένη πάνω στον τάφο έκλαιγε έκλαιγε, έκλαιγε. Ε ο Ανδρόνικος έκλαιγε και αυτός. Είδε και απόειδε, τράβηξε για το σπίτι. Έμεινε η καημένη η Αθανασία και έκλαιγε πάνω στον τάφο: «Τα παιδιά μου» και «τα παιδιά μου», και κόντευε να βασιλέψει ο ήλιος και να κλείσει το νεκροταφείο. Για μια στιγμή επάνω στη θλίψη της και στη στεναχώρια της, βλέπει και έρχεται ένα μοναχός και της λέει:
«Κυρά μου γιατί κλαις;»
«Πως να μην κλαίω πάτερ;» (Αυτή νόμιζε πως ήταν ο παπάς του νεκροταφείου). «Έθαψα τα παιδιά μου, τους δυο αγγέλους μου, τους έβαλα μέσα στον τάφο και έμεινα εγώ και ο άντρας μου εντελώς μόνοι. Δεν έχουμε δροσιά καθόλου».
Της λέει: «Τα παιδιά σου είναι στον παράδεισο με τους αγγέλους. Είναι στην ευτυχία και στη χαρά του Θεού και συ κλαις παιδί μου; Κρίμα είσαι και χριστιανή».
«Ώστε ζουν τα παιδιά μου; Είναι άγγελοι;»
«Βεβαίως είναι άγγελοι τα παιδιά σου».
Ήτανε ο Άγιος της εκκλησίας εκεί. Τελικά έγιναν μοναχοί ο Ανδρόνικος και η Αθανασία και αγίασαν...
Ε.Φ: Ε.Μ.

Γιατί ο άνθρωπος φεύγει από τον Θεό!

Γιατί ο άνθρωπος φεύγει από τον Θεό!

Κανένας, ποτέ, δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό ἐπειδή θέλησε νά γίνει καλύτερος!
Κανένας, ποτέ, δέν ἔφυγε ἀπό τήν ἐκκλησία, ἐπειδή δυσκολευόταν νά κατανοήσει τό πιστεύω της!
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν ξεκόβει ἀπό τήν ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό γιά κάποια λογική αἰτία· γιά κάτι τό καλύτερο, τό πνευματικότερο, τό ἁγιώτερο.
Τότε, γιατί φεύγει; γιατί ξεκόβει; γιατί ἀπομακρύνεται; Ἁπλά γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τόν «στενεύει». Καί ἔτσι προτιμάει κάτι «ἄλλο»!
Ὁ Χριστός στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου ἀναφέρει τρεῖς αἰτίες, τρεῖς λόγους πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά γυρίζει τήν πλάτη του στόν Θεό: τόν ἐγωισμό, τά ἐγκόσμια, τό sex.
Στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου:

• ὁ πρῶτος προσκεκλημένος ἀρνήθηκε τήν πρόσκληση τοῦ Ἄρχοντα γιά τό Βασιλικό Δεῖπνο, γιατί, λέει, εἶχε ἀγοράσει χωράφι·
• ὁ δεύτερος, γιατί ἤθελε νά δοκιμάσει τά πέντε ζευγάρια βόδια· καί
• ὁ τρίτος, ἐπειδή παντρεύτηκε.
Σέ πρώτη ματιά, ἄν τά ἰδεῖ κανείς αὐτά (τίς δικαιολογίες) δέν βρίσκει σ᾽ αὐτές κάτι τό μεμπτό. Τότε γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «κανένας ἀπό αὐτούς δέν θά γευθῆ τό Δεῖπνο μου» (Λουκᾶ 14, 24); Ποῦ ἦταν τό λάθος τους; Σέ τί ἔσφαλαν; Ἁπλούστατα ἔκαμαν λάθος ἀξιολόγηγη· λάθος ἱεράρχηση· λάθος ἐκτίμηση. Ἔδωσαν προτεραιότητα σέ ὑλικά καί δευτερεύοντα· καί ὄχι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
* * *
Ἡ πρώτη αἰτία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή μακριά ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν τό ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπό αὐτάρκεια καί αὐταρέσκεια καί πιστεύει ὅτι τά ξέρει ὅλα· καί ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη διδασκαλίας ἀπό κανένα· οὔτε ἀπό τόν Θεό! Ἡ ὑπερηφάνεια συνήθως εἶναι ἕνα φαινόμενο πού παρατηρεῖται ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἡ λίγη γνώση πού ἀπέκτησαν, μπαίνει σέ ἄδειο κεφάλι, καί ἐνεργεῖ ὅπως τό κρασί σέ ἄδειο στομάχι!
Δεύτερη αἰτία εἶναι τά ἐγκόσμια-τά ὑλικά. Ἡ ψυχή ἀπορροφᾶται τόσο πολύ μέ τίς δραστηριότητες, τίς ἡδονές, τήν προσωρινή ἀσφάλεια… πού ὁ Θεός θεωρεῖται πιά σάν μιά περιττή, παραπανίσια, εὐλάβεια. Ἡ ζωή τέτοιων ἀνθρώπων καταντάει τόσο ἐξωστρεφής πού ἡ πνευματική ζωή (ἡ ζωή τοῦ ἔσω ἀνθρώπου) πιά ἀφανίζεται καί οὐσιαστικά ἐκμηδενίζεται! Σ᾽ αὐτήν τήν κατηγορία ἀνήκουν οἱ πολιτικοί· οἱ κοινωνικά ἀναρριχώμενοι (ἐκεῖνοι πού κυνηγᾶνε τά ἀξιώματα)· καί φεύγουν ἀπό τήν ἐκκλησία γιατί τάχα μέ τόν σταυρό δέν μπορεῖς νά πᾶς μπροστά.
Καί τρίτη αἰτία εἶναι ἡ σάρκα· τό sex· ὅταν ἡ αἰσθησιακή ἐμπειρία ἔχει προβάδισμα ἔναντι τοῦ πνεύματος. Τότε ἡ θυσία γίνεται ὅλο καί πιό ἐνοχλητική· καί τό σῶμα καταντάει ἀντικείμενο λατρείας. Καί ἡ ἄσχημη ζωή ὁδηγεῖ σέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως τό κακό δέν σταματάει ἐδῶ! Συνεχίζεται!
Καί ἔρχεται τό ἑπόμενο βῆμα…
Γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος, στρέφεται ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας! Θά τόν ἀκούσεις νά λέει: Ἐγώ δέν πιστεύω στήν ἐξομολόγηση! Καί θέλει νά πεῖ: Ναί, τό παραδέχομαι ζῶ στήν ἁμαρτία, μά ἐπειδή δέν θέλω νά τήν διακόψω, θά καλύψω τήν ἐνοχή μου μέ ἕνα λογικοφανές κάλυμμα πολεμώντας τό φάρμακο! Καί ὅταν εἰρωνεύεται ἐκείνους πού πιστεύουν στήν ὕπαρξη τῆς κόλασης καί τούς χαρακτηρίζει ἠλίθιους, στήν πραγματικότητα εἶναι σάν νά λέει: γνωρίζω πολύ καλά πώς ὅ,τι σπείρω θά θερίσω· καί ἐπειδή θερίζω γιά τόν ἑαυτό μου κακό, κλῆρος μου θά εἶναι ἡ κόλαση. Μά, ἡ σκέψη αὐτή, ἐπειδή μέ τρομάζει, ὁ μόνος τρόπος γιά νά ἔχω «ἥσυχη» τήν συνείδησή μου εἶναι νά ἀρνηθῶ τήν ὕπαρξή της (τῆς κόλασης)!
Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί: 
Ἄς προσέχωμε:
• Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τό θάρρος νά ἰδεῖ τήν πραγματικότητα - τίς ἀληθινές αἰτίες πού τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό - θά καταφεύγει συνεχῶς στό καμουφλάρισμά τους καί στήν δικαίωσή του!
Ἄς μή ξεχνᾶμε:
• Ἡ μόνη διαφορά ἀνάμεσα σέ ἕνα ὀρθολογιστή καθηγητή πανεπιστημίου καί ἕνα πνευματικά καθυστερημένο, εἶναι ὅτι, ἀπό τόν πρῶτο θά ἀκούσεις πιό «παράλογες» δικαιολογίες!
Fulton Sheen, Καθηγητής Ψυχολογίας
Μετ. Ἀρχιμ. Α.Μ.
Ε.Φ:Ε.Μ.

Ο Αγιος Νεκτάριος και ο πονεμένος Σωτήρης

ΚΥΡΙΟΣ ΠΟΙΜΑΙΝΕΙ ΜΕ...
Ο Άγιος Νεκτάριος και ο πονεμένος Σωτήρης
Hταν ένα δροσερό φθινοπωρινό απόγευμα. Το ηλιοβασίλεμα αρκετά γλυκό σαν αυτά του καλοκαιριού πού δύσκολα ξεχνιούνται όλον τον χρόνο. Μόνο πού τώρα πια, τα ξερά φύλλα της γέρικης λεύκας βρίσκονταν σκόρπια στο μικρό ανηφορικό μονοπάτι, πού οδηγεί στο εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής. Οι πρώτες διστακτικές σταγόνες της βροχής μετά από την κάψα του θέρους έμοιαζαν να μην λυπούνται πού πέφτουν τόσο νωρίς, θυμίζοντας ότι μπήκε μια νέα εποχή του χρόνου. Το χώμα άρχισε να υγραίνει, ενώ τα πουλιά, πού άπ' ώρα είχαν προαισθανθεί το πρωτοβρόχι, πετούσαν για τελευταία φορά προς την δύση του ηλίου αποχαιρετώντας το καλοκαίρι. Και αυτό με τη σειρά του, τους έγνεφε και τους τραγουδούσε γλυκά ότι θα ξανάρθει. Τα πεύκα μοσχοβολούσαν σαν θυμιατήρια, καθώς ή βροχή, πού όλο και δυνάμωνε, τα δροσόλουζε. Κάπου παράμερα κι ό γερο-πλάτανος, ό κατεργάρης έμοιαζε να έτοιμάζη τα κλωνάρια του -τα «σπαθιά» του- για να παλαίψη με τον άνεμο.Τον δρόμο για το ξωκκλήσι είχε πάρει ένα παλληκάρι. Περπατούσε σαν γέρος παρά τα νειάτα του και ή καρδιά του ήταν τόσο μαύρη άπ' την λύπη πού δεν τοϋ'δινε κουράγιο ούτε να κλάψει, θύμιζε καράβι δίχως πανιά πού βολοδέρνεται αδιάκοπα από τα αφρισμένα κύματα της απόγνωσης, έτοιμο να βουλιάξει. Όμως παρά την θλίψη, ό Σωτήρης είχε κάτι πού του δίνε δυνάμεις ν' ανηφορίσει: την ελπίδα.Το γραφικό εκκλησάκι εκεί πάνω στην βουνοπλαγιά ήταν πραγματικό καταφύγιο. Ή πληγωμένη καρδιά του νέου σταμάτησε για λίγο την μελαγχολική του σιωπή και αφέθηκε στο δροσερό αεράκι πού όλο και ξεθάρρευε.
Το ξωκκλήσι ξεπρόβαλε ανάμεσα στα ψηλά κυπαρίσσια πού λίκνιζαν τίς κορυφές τους στα σφυρίγματα του άνεμου, ενώ τα σπουργιτάκια πέταγαν τριγύρω μπας και βρουν κανένα σκουλικάκι γιά τά μικρά τους.
Ό Σωτήρης άνοιξε την σιδερένια πόρτα καί έκανε τον Σταυρό του. Τα καντηλάκια με το λιγοστό τους φως χρωμάτιζαν κατανυκτικά τίς εικόνες των Αγίων, την ώρα πού ό ήλιος έδυε αργά καί προσκαλούσε το βραδάκι για να σκεπάσει αυτό, τώρα, με το πέπλο του την φύση.
Το παλικάρι προσκύνησε τίς εικόνες μιά-μιά, ξεχάστηκε για λίγο μπρος στο αναμμένο κερί καί μετά έστρεψε το βλέμμα του προς την εικόνα της Παναγίας. Στά μάτια της είδε το Απέραντο Βλέμμα της Ελπίδος των Άπηλπισμένων καί του δωσε παρηγοριά. Τόσο θερμή ήταν ή παρηγοριά αυτή, πού καί ή ψυχή του ακόμα πετάχθηκε άπ' τον λήθαργο της λύπης καί ξέσπασε σ' ένα ασταμάτητο κλάμα. Τα δάκρυα στα μάτια του Σωτήρη σχημάτιζαν ένα ποταμάκι που λες κι έτρεχε για να δροσίσει τα ωχρά του μάγουλα. Ύστερα, ό νέος άνοιξε ένα διπλωμένο χαρτί πού εϊχε στην τσέπη του καί άρχισε να διαβάζει αυτά πού τοΰ'χε δώσει λίγο πριν κοιμηθεί ό Γέροντας:
«Δέσποινα μου Θεοτόκε, ή έλπίς μου, ή ισχύς μου, ή θερμή μου προστασία, σκέπη καί καταφυγή μου 
Εκ ψυχής συντετριμμένης. Δέσποινα άναβοών Σοι, πρόφθασαν, άντιλαβού μου, σώσον με, έκδυσωπώ Σε».
Τα μάτια του -πνιγμένα στα δάκρυα-ίκέτευαν μέσα άπ' το σκοτάδι της απελπισμένης ψυχής την Αγνή Παρθένον, ενώ τα χείλη ψέλλιζαν κι αυτά ό,τι ή καρδιά τους υπαγόρευε. Το ποτάμι του Ελέους άρχισε να περιδιαβαίνει τα σπλάγχνα του παλληκαριού καί ν' ανακουφίζει την διψασμένη ψυχή.
Μετά από λίγο, ό Σωτήρης σηκώθηκε, έσβησε το κεράκι καί τράβηξε για τον δρόμο του γυρισμού. Δεν είχε ακόμη νυχτώσει, όταν εκεί μπροστά στα σκαλάκια -δίπλα στο μικρό καμπαναριό- πρόσεξε μια ανθρώπινη φιγούρα. Την προσπέρασε όμως, δίχως να δώσει σημασία, αφού νόμισε ότι τον πρόδιδαν τα δακρυσμένα μάτια του. Προχώρησε για λίγο μα... σταμάτησε στο άκουσμα μιας φωνής.
- Σωτήρη. Σωτηράκη! Εγώ είμαι παιδι μου!
Ό νέος γύρισε σαστισμένος καί άντίκρυσε καθισμένον στα σκαλάκια τον Σεβασμιώτατο! Καί ήταν έτσι όπως τον είχε γνωρίσει στο μοναστήρι του, όταν πήγαινε στην Αίγινα. Με το ρασάκι του, το καλλιμαύχι, με τον Σταυρό στο στήθος και με το κομποσχοίνι στα χέρια του. Τα πόδια του σταυρωμένα, ή γενειάδα του πιο λευκή άπ' το χιόνι, ενώ τα μάτια του γεμάτα παρηγοριά, θάρρος κι ελπίδα.
- Μην φοβάσαι! Ό Πολυεύσπλαγ
χνος Κύριος καί ή Ύπεραγία Θεοτόκος 
δεν σε ξεχνούν. Όπως πάντα, έτσι καί 
τώρα είναι μαζί σου. Μην απελπίζεσαι! 
Μόνον πίστευε! Ή πίστις είναι το πάν
παιδί μου, ή πίστις!... "Αντε, νάχεις την 
ευχή μου...
Χαμογέλασε παρηγορητικά στο παλληκάρι καί το ευλόγησε από μακριά. Ό Σωτήρης έκανε να τον πλησιάσει μα δεν τον πρόλαβε. Ό Γέροντας είχε φύγει... Τότε έριξε μια ματιά στον ουρανό καί ευχαρίστησε τον Επουράνιο Πατέρα, ενώ άπ' τα χείλη του ξεγλίστρησε μια φράση: ''Σ' ευχαριστώ Θεέ μου! Σ' ευχαριστώ Άγιε''!
'Από δίπλα του πέταξε ένα σπουργιτάκι καί του ψιθύρισε κάτι στ' αυτί. Ναί: «Κύριος ποιμαίνει με καί ουδέν με ύστερήσει». Αυτό του είπε καί πέταξε ψηλά σ' ένα δέντρο, για να άναπαυθή καθώς ή βραδιά το καλούσε στην αγκαλιά της...

ΠΡΟΣΟΧΗ!!! ΠΕΡΙ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

ΠΡΟΣΟΧΗ!!! ΠΕΡΙ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ κ.κ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΛΥΧΝΟΣ TV-ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΜΑΣ

ΛΥΧΝΟΣ TV-ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΜΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ 2022-2023

ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ 2022-2023
ΕΛΑ ΚΑΙ ΕΣΥ ΣΤΗΝ ΠΑΡΕΑ ΜΑΣ...

ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΓΑΠΗΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΓΑΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΕΝΟΡΙΑΚΟ ΦΙΛΩΠΤΩΧΟ ΤΑΜΕΙΟ

Blog Archive

Από το Blogger.

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΗ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΗ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ
Δώσε ζωή...

ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

Translate